Πόλεις και χωριά


Σουφλί

 


Δαδιά

 


Λυκόφη

 


Λαγυνά

 


Λευκίμη

 


Κορνοφωλιά


 

Σουφλί

(επιστροφή)

Αρχαιολογικά ευρήματα πιστοποιούν ότι η περιοχή του Σουφλίου κατοικούνταν κατά την διάρκεια της Ελληνιστικής περιόδου. Σύμφωνα με έναν Τούρκο περιηγητή που αναφέρεται σε αυτό το 1667 με το όνομα Σοφολού (Sofulu), το Σουφλί ήταν ένα κεφαλοχώρι απαλλαγμένο από τους φόρους της Οθωμανικής τότε αυτοκρατορίας. Η άνθισή του άρχισε τον 19ο αιώνα, οπότε και αποτελούσε σημαντικό εμπορικό κέντρο, γεγονός στο οποίο συνέβαλε σημαντικά η δημιουργία του σιδηροδρομικού σταθμού το 1872. Η οικονομική ανάπτυξη είχε ως επακόλουθο την αύξηση του πληθυσμού, ο οποίος ενώ το 1877 αριθμούσε τους 4.680 περίπου κατοίκους, το 1908 αυξήθηκε στους 12.000-13.000. Γνωστό και ως η “Πόλη του Μεταξιού”, εκτός από τη σηροτροφία που έχει μεγάλη παράδοση στην περιοχή, το Σουφλί είναι επίσης ξακουστό για την οινοποιία και τα κρέατά του, ενώ στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης συνέβαλαν επίσης και η καροποιεία και η σιδηρουργία.

 

Μετά από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης το 1923, η Ανατολική Θράκη και η Ρωμυλία πέρασαν στην κυριότητα του νεοσύστατου τουρκικού κράτους. Το Σουφλί με την ανακατανομή της γης έχασε μια σημαντική έκταση 70.000 περίπου στρεμμάτων γεμάτη από μορεόδεντρα τα οποία αποτελούν την τροφή του μεταξοσκώληκα. Επιπλέον, με την εισαγωγή του εμπορίου του μεταξιού στο φορολογικό πλαίσιο της Ελλάδας, σημειώθηκε μείωση της παραγωγής και των εξαγωγών σε άλλες χώρες, ενώ το πιο ισχυρό χτύπημα επήλθε με την ανακάλυψη της τεχνητής μεταξωτής ίνας που είχε ως συνέπεια την ανακοπή της ανοδικής πορείας της σηροτροφίας. Εκείνη την εποχή στο Σουφλί λειτουργούσαν 4 εργοστάσια αναπήνισης καθώς και πολλές οικοτεχνίες παραγωγής μεταξιού τα οποία σταμάτησαν να λειτουργούν.

 

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΣΟΥΦΛΙΟΥ

 

Αξιοσημείωτη για την περιοχή του Σουφλίου είναι η οικιστική αρχιτεκτονική που διαμορφώθηκε με σκοπό την κάλυψη των αναγκών της σηροτροφίας, σε συνδυασμό με την κατοίκηση. Η εκτροφή του μεταξοσκώληκα γινόταν κυρίως στο σπίτι, με αποτέλεσμα η μορφολογία των σπιτιών και η λειτουργική τους οργάνωση να εξαρτώνται άμεσα από τη σηροτροφία και τις ανάγκες της.

 

Τα σπίτια με την ιδιαίτερη αυτή αρχιτεκτονική, γνωστά και ως κουκουλόσπιτα, είναι κυρίως διώροφα, ενώ υπάρχουν και κάποια μονώροφα ή και τριώροφα. Είναι χτισμένα από πέτρα, ξύλο και κόκκινο τούβλο, με χοντρούς τοίχους (περίπου 70 εκ. πάχος) και στενά ξύλινα κουφώματα έτσι ώστε να επιτυγχάνεται παράλληλα η διατήρηση σταθερής θερμοκρασίας και ο κατάλληλος φωτισμός, συνθήκες απαραίτητες για την εκτροφή του μεταξοσκώληκα. Συνήθως το ισόγειο αποτελείται από έναν ενιαίο χώρο, ο οποίος εξυπηρετούσε αποθηκευτικές ανάγκες όπως η στοίβαξη των μορεόφυλλων ή η συγκομιδή των κουκουλιών, ενώ ένα πολύ μικρό μέρος του χρησιμοποιούνταν ως κατοικία από την οικογένεια. Οι επάνω όροφοι είναι και αυτοί ενιαίοι καταλαμβανόταν εξ’ ολοκλήρου από ξύλινες κρεβατίνες, πάνω στις οποίες τοποθετούνταν οι μεταξοσκώληκες.

 

Αξιοθέατα της πόλης του Σουφλίου

 

ΚΟΥΚΟΥΛΟΣΠΙΤΑ

 

Τα κουκουλόσπιτα ή «μπιτζικλίκια» εξυπηρετούσαν αποκλειστικά τις ανάγκες της σηροτροφίας. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και ιδιόμορφα κουκουλόσπιτα, που επιβάλλονται με τον όγκο τους στο χώρο είναι ο Δημοτικός ξενώνας “Το Κουκούλι” που χτίστηκε το 1850 περίπου και ανήκε στην οικογένεια Καλέση. Είναι τριώροφο κτίσμα συνολικού εμβαδού 490τμ. που λειτουργούσε ως αποθήκη ψημένων κουκουλιών. Εκεί γινόταν αγορά ψημένων κουκουλιών (20.000 – 30.000 περίπου), ψήσιμο σε ειδικούς φούρνους, στέγνωμα σε ειδικά κατασκευασμένους χώρους του κτιρίου και αποθήκευση. Το κτίριο είναι δείγμα “βιομηχανικής” αρχιτεκτονικής των αρχών του αιώνα. Αγοράστηκε στις αρχές του 1994 από το Δήμο Σουφλίου, αποκαταστάθηκε με πόρους από το πρόγραμμα Leader και σήμερα λειτουργεί σαν δημοτικός ξενώνας.

 

ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ ΜΠΡΙΚΑ – ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΟΥΦΛΙΟΥ

soufli

Το τριώροφο αρχοντικό Μπρίκα έχει εξειδικευμένη αρχιτεκτονική κατασκευή με τις τονισμένες γωνίες, τις πλινθόκτιστες οδοντώσεις, τα τριπλά υπέρθυρα, τον έντονα προβαλλόμενο τριώροφο καμπύλο εξώστη και το ξύλινο αέτωμα με την ελαφρά τοξωτή βάση. Συνδυάζει επιτυχημένα τη βιοτεχνική αποστολή του με τη μεγαλοπρέπεια της δυτικής αρχοντικής προαστιακής βίλας. Εκτός από κατοικία του ιδιοκτήτη, χρησίμευε για εκτροφή μεταξοσκωλήκων, αποθήκη ξηρών κουκουλιών και παραγωγή μεταξόσπορου.
Χτίστηκε γύρω στα 1890, ειδικά για τις ανάγκες της σηροτροφίας και της παραγωγής μεταξόσπορου από ειδικούς μάστορες από την Προύσα και εδράζεται σε υπερυψωμένο λιθόκτιστο βάθρο. Ο ιδιοκτήτης του ήταν από τους λίγους παραγωγούς μεταξόσπορου στο Σουφλί και η οικογένεια του από τις πιο εύπορες της πόλης. Η ειδική κατασκευή του εξασφάλιζε συνθήκες κατάλληλες για την εκτροφή μεταξοσκωλήκων και την αποθήκευση ξηρών κουκουλιών.

 

Aποκαταστάθηκε από το Δήμο Σουφλίου και από τον Ιούνιο του 2010 λειτουργεί σαν Δημοτικό-Ιστορικό μουσείο με πλούσια αναφορά στην ιστορία της πόλης, ενώ φιλοξενεί την έκθεση της πλούσιας συλλογής μεταξωτών του Συλλόγου Φίλων Μετάξης η Χρυσαλλίδα.

 

ΠΑΛΑΙΟ ΜΕΤΑΞΟΥΡΓΙΟ ΤΖΙΒΡΕ

Η παραγωγή των κουκουλιών και ειδικά η επεξεργασία τους εξελίχθηκαν γρήγορα με την άφιξη νέων τεχνικών. Στις αρχές του 20ου αιώνα χτίστηκαν οργανωμένες μονάδες που απασχολούσαν αρκετές εργάτριες και εργάτες. Το βασικότερο βιομηχανικό συγκρότημα της πόλης αποτελούσε το μεταξουργείο της οικογένειας Τζίβρε που χτίστηκε από τους Ιταλούς αδελφούς Ceriano το 1910. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις του εργοστασίου αναπτύσσονται σε ένα οικόπεδο 10.500τμ. Αποτελείται από 13 κτίσματα, από τα οποία τα σημαντικότερα είναι η τριώροφη αποθήκη κουκουλιών, συνολικού εμβαδού 469τμ και όγκου 5.900κμ, με ξύλινες κρεβατίνες σ’ όλο το ύψος της, συνολικής επιφάνειας 2.915τμ. Περιλαμβάνει επίσης το ξηραντήριο (το χώρο απόπνιξης των κουκουλιών σε ειδικούς φούρνους), το υφαντήριο, με 24 υφαντικούς ιστούς και κλωστήριο, και το μεταξουργείο-αναπηνιστήριο, εμβαδού 500τμ με 94 αναπηνιστικές λεκάνες. Το συγκρότημα αγοράστηκε από τον δήμο Σουφλίου και έχει ολοκληρωθεί η αντικατάσταση των κουφωμάτων και των στεγών. Προβλέπεται η χρήση των κτηρίων για συνεδριάσεις, ξενώνες, μουσείο καθώς και χώρους πολιτισμού. Ο χώρος είναι μερικώς επισκέψιμος.

 

Μουσεία στο Σουφλί

 

  • Δημοτικό Μουσείο Σουφλίου 25540-23652
  • Λαογραφικό Μουσείο Σουφλίου «ΤΑ ΓΝΑΦΑΛΑ» 25540-24168
  • Μουσείο Μετάξης 25540-23700
  • Μουσείο Τέχνης Μεταξιού 25540-22371

 

Χρήσιμα Τηλέφωνα

 

  • Δήμος Σουφλίου 25543-50100
  • Αστυνομία 25540- 22100
  • Κέντρο Υγείας 25543-50000
  • Ταξί 25540-22888
  • Κτέλ 25540-22291

 

Περισσότερες πληροφορίες

http://www.soufli.gr/



 

Δαδιά

(επιστροφή)
dadiaΣύμφωνα με την παράδοση οι κάτοικοι ένωσαν δυο χωριά το πάνω Παλιοχώρι και το κάτω Παλιοχώρι κι έφτιαξαν ένα νέο που ονομάστηκε Δαδιά. Ιστορικές πηγές αναφέρουν πως κατά την περίοδο της πτώσης του Βυζαντίου, η περιοχή της Δαδιάς κατοικούνταν. Κατά την τουρκοκρατία είχε την ονομασία Τσιάμ – Κεμπίρ που σήμαινε « χωριό του μεγάλου πεύκου» ή «Τσιαμκιοί», δηλ. πευκοχώρι. Το όνομα Δαδιά το πήρε πολύ αργότερα από το δαδί, το γεμάτο ρετσίνι ξύλο του πεύκου, που στα παλιότερα χρόνια χρησίμευε ως προσάναμα και ως φωτιστικό μέσο.
Λέγεται ότι oι πρώτοι κάτοικοι της Δαδιάς ήρθαν εδώ για να βρουν καταφύγιο, όταν μια φοβερή επιδημία χτύπησε την πατρίδα τους, τη μεγάλη πόλη που βρίσκονταν στην όχθη του Έβρου. Ίχνη της πόλης αυτής διακρίνονται εύκολα κοντά στο ύψωμα που είναι δίπλα στον ποταμό Έβρο εκεί που τον συναντά ο παραπόταμος Μαγγάζι.

 


 

Λυκόφη

(επιστροφή)

Ένα χωριό ανατολικά του ποταμού Έβρου, η Λυκόφη ή Κιουπλί, θεωρείται ότι είναι η πατρίδα μερικών χιλιάδων Ελλήνων, οι οποίοι μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών αναγκάστηκαν να περάσουν το ποτάμι. Πολλοί από αυτούς εγκαταστάθηκαν ακριβώς απέναντι σε δυο χωριά ώστε να έχουν οπτική επαφή με τα πατρικά τους σπίτια. Το ένα από αυτά είναι η Λυκόφη.

 


 

Λαγυνά

(επιστροφή)
lagunaΤα Λαγυνά είναι το δεύτερο χωριό που οι κάτοικοί του κατάγονται από το Κιουπλί και έδωσαν στο χωριό αυτό το όνομα (Κιούπι = μεγάλη λαγήνα). Κοντά στο χωριό σε πλαγιές χαμηλών υψωμάτων αποκαλύφθηκε υδραγωγείο καθώς και τάφοι της Μακεδονικής εποχής με θέα προς τον Έβρο και το Κιουπλί. Από την παλιά εκκλησία σώζονται το ξυλόγλυπτο τέμπλο και κάποιες εικόνες οι οποίες εκτίθενται στο γυναικωνίτη της νέας εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής.

 


 

Λευκίμη

(επιστροφή)

leukimi
Η Λευκίμη, ένα γραφικό, αρχοντικό χωριό, τριγυρισμένο από τις ομορφιές της φύσης, βρίσκεται στις παρυφές του προστατευόμενου δάσους Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου. Για την ίδρυσή της υπάρχουν δυο εκδοχές. Η πρώτη υποστηρίζει ότι ιδρύθηκε τον 13ο αιώνα από τους Καταλανούς. Η δεύτερη ανάγει την ίδρυσή της στις αρχές του 17ου αιώνα από μετακινήσεις πληθυσμών της γύρω περιοχής και από τους κατοίκους της αρχαίας Δύμης. Το όνομά του το χωριό το πήρε από τις πολλές λεύκες που υπήρχαν στην περιοχή. Η προνομιακή θέση δίπλα στο δάσος και κοντά στον ποταμό Έβρο, έκανε τη Λευκίμη ένα από τα μεγαλύτερα κεφαλοχώρια και εμπορικό κέντρο της περιοχής, μέχρι το 1927. Τα εναπομείναντα κτίρια με την αξιόλογη αρχιτεκτονική, που χτίστηκαν από τους μάστορες του χωριού, μαρτυρούν την τότε οικονομική ευμάρεια. Σήμερα η Λευκίμη έχει να επιδείξει τα πολλά καλοδιατηρημένα πηγάδια, την όμορφη πλατεία της, τον παλιό γιαχανά και τις εκκλησίες της.

Η προνομιακή της θέση είναι που κάνει και σήμερα την Λευκίμη, κέντρο απόδρασης από τον αστικό ιστό και ορμητήριο εξερεύνησης των δύο Εθνικών Πάρκων της Περιοχής: του Δάσους Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου και του Δέλτα του Έβρου, δίνοντας τη δυνατότητα για ποδηλατικές και οδικές εξορμήσεις στο δάσος. Λίγο πριν από το χωριό συναντάμε και το απολιθωμένο δάσος της ευρύτερης περιοχής Λευκίμης – Φυλακτού που δημιουργήθηκε εξαιτίας των ευνοϊκών συνθηκών απολίθωσης και συνδέεται άμεσα με την ηφαιστειακή δράση που υπήρχε στην περιοχή πριν 25.000.000 -35.000.000 χρόνια. Εκεί μπορεί κανείς να θαυμάσει τους απολιθωμένους κορμούς δρυός, μοναδικούς στην Ευρώπη, στο φυσικό τους περιβάλλον.


 


 

Κορνοφωλιά

(επιστροφή)

Η Κορνοφωλιά είναι πολύ παλιός οικισμός που διατηρεί το όνομα του ίδιο από τους χρόνους της Τουρκοκρατίας. Ντερβέν Καραμπουνάρ την έλεγαν οι Τούρκοι, δηλαδή Μαυροπήγαδο από το πηγάδι που υπάρχει και σήμερα δίπλα στην πλατεία. Όμως στη γλώσσα των κατοίκων (που ήταν όλοι τους Έλληνες), το χωριό πάντοτε λέγονταν Κορνοφωλιά. Προφανώς πήρε τ’ όνομα αυτό από τις άφθονες κουρούνες, που φώλιαζαν στα μεγάλα παλιά δέντρα, τις φτελιές, που ήταν γύρω από το παλιό πηγάδι.
kornofolia-village